Αττίκ: Μια ζωή τραγούδια και προβλήματα

Γράφει ο Νίκος Μουρατίδης
Ο Κλέων Τριανταφύλλου, συνθέτης, στιχουργός και ερμηνευτής των τραγουδιών του, ο τρυφερός Αττίκ, ένας από τους σημαντικότερους εκφραστές του ελληνικού ελαφρού τραγουδιού στις αρχές του 20ού αιώνα, γεννήθηκε στην Αίγυπτο στις 19 Μαρτίου 1885. Η ζωή του ήταν γεμάτη από μουσική, τραγούδια, έρωτες και προβλήματα…
Ήταν τόσο μπροστά για την εποχή του, που σκέφτηκε να φτιάξει μια ομάδα καλλιτεχνών και να την στεγάσει σε ένα κέντρο διασκέδασης, ή σε κάποιο θέατρο. Και το όνομα που έδωσε σ΄ αυτήν την συντεχνία ήταν «Η Μάντρα». Η περίφημη Μάντρα του Αττίκ που ήταν μια «παράγκα» γεμάτη ταλέντα και πρωτοπορία.
Στο ξεκίνημα της ζωής του
Ο πατέρας του Δημήτριος Τριανταφύλλου, ήταν πλούσιος βαμβακοπαραγωγός και έμπορος της Αιγύπτου με καταγωγή από το Βόλο. Η γλωσσομαθής και καλλιεργημένη μητέρα του, Εριθέλγη, ήταν κόρη του του ριζοσπάστη βουλευτή από τα Κύθηρα Δημητρίου Ραπτάκη. Ο Κλέων λοιπόν μεγάλωσε σε ένα αστικό περιβάλλον, και από παιδί ήρθε σε επαφή με την μουσική, μαθαίνοντας πιάνο και φλάουτο. Γενικά ήταν ένα παιδί που από νωρίς ήρθε σε επαφή με τις τέχνες.
Ο πατέρας του πέθανε το 1893, όταν ο Κλέωνας ήταν οκτώ χρονών. Η Εριθέλγη Τριανταφύλλου (αριστερά φωτογραφία με τον Αττίκ), εγκατέλειψε την Αίγυπτο για να εγκατασταθεί με τα παιδιά της στην Αθήνα. Ευκατάστατη όπως είπαμε, ήθελε πάση θυσία τα παιδιά της να σπουδάσουν και να μεγαλουργήσουν. Έτσι το 1907 έστειλε τον Κλέωνα μαζί με τον αδελφό του στο Παρίσι, για να σπουδάσει Πολιτικές και Οικονομικές Επιστήμες – ως συνέχεια των σπουδών του στη Νομική σχολή Αθηνών. Εκείνος όμως σύντομα αποφασίζει να στραφεί στη μουσική. Γράφτηκε στο Conservatoire de Paris, όπου είχε την τύχη να έχει καθηγητές τον Gabriel Fauré, τον Camille Saint-Saëns και τον Émile Pessard.
Στο Παρίσι απέκτησε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Attic, έγραψε περί τις 300 συνθέσεις – τραγούδια, οπερέτες, μουσική για πιάνο, για μπαλέτο – και έγινε ιδιαίτερα γνωστός. Και ενώ η φήμη του εξαπλωνόταν, άρχισαν τα προβλήματα. Η μητέρα του βρέθηκε αντιμέτωπη με οικονομική δυσχέρεια και η αδελφή του, η Νόρα, έπεσε βαριά άρρωστη. Ο Κλέωνας παράτησε την λαμπρή καριέρα που ξεκινούσε και επέστρεψε εσπευσμένα στην Αθήνα.
Η Μάντρα του ΑττίκΣτην Αθήνα συνέχισε τη δημιουργική πορεία του και το καλοκαίρι του 1931 (46 ετών) δημιούργησε την περίφημη «Μάντρα του Αττίκ», τον μουσικό θίασο, που στην αρχή στεγαζόταν επί της οδού Μηθύμνης στην τότε Πλατεία Αγάμων, (σημερινή πλατεία Αμερικής). Η Μάντρα του Αττίκ κάθε καλοκαίρι έδινε παραστάσεις στην Αθήνα και το χειμώνα περιόδευε στην περιφέρεια.
Τι ήταν η Μάντρα του Αττίκ; Ένα αυτοσχέδιο θεατράκι στο οποίο συγκέντρωσε καλλιτέχνες, μίμους, ηθοποιούς και μουσικούς και έδινε παραστάσεις ψυχαγωγώντας την αστική τάξη των Αθηνών. Το 1938, η Μάντρα εγκαταστάθηκε στην ταβέρνα Μονμάρτη στη συμβολή των Οδών Αχαρνών και Ηπείρου. Για μια ολόκληρη δεκαετία η Μάντρα του Αττίκ αποτελούσε τον ναό της Αθηναϊκής διακέδασης. Ήταν ένα πρωτοποριακό δημιούργημα, από το οποίο ξεπήδησαν ένα σωρό καλλιτέχνες: Λουίζα Ποζέλι, Ζωή Νάχη, Καλή Καλό, Δανάη, Κάκια Μένδρη, Ντιριντάουα, Λέλα Μιτσούκο…κ.α.
Η περίφημη Μάντρα «έσβησε» μαζί με τον δημιουργό της, το 1944.
Τρεις γυναίκες παντρεύτηκε ο Αττίκ. Και οι τρεις πανέμορφες. Και οι τρεις φτωχές. Μιας όμως η ομορφιά τραγουδήθηκε, όπως καμίας άλλης Ελληνίδας: Της δεύτερης, της μελαχρινής γαλανομάτας Μαρίκας Φιλιππίδη (φωτογραφία επάνω), αδερφής του πρωταγωνιστή της οπερέτας Μάνου Φιλιππίδη».Δανάη (από το βιβλίο της για τον Αττίκ – εκδόσεις ΕΣΤΙΑ 1986)
Τρεις γάμοι και «Ζητάτε να σας πω»
Ο Αττίκ, παντρεύτηκε τρεις φορές. Η πρώτη του γυναίκα η Μαρί – Ελέν, με την οποία παντρεύτηκε στο Παρίσι το 1909, πέθανε έξι μήνες μετά τον θάνατο του μοναδικού παιδιού τους, μην αντέχοντας το βάρος της απώλειας. Ο Αττίκ τότε ήταν μόλις 24 ετών.
Στη συνέχεια, όταν επέστρεψε στην Αθήνα, συνδέθηκε και παντρεύτηκε με την ηθοποιό, ποιήτρια και εκδότρια του περιοδικού «Νέος Παρθενών», Μαρίκα Φιλιππίδου, που ήταν ο μεγάλος έρωτας της ζωής του. Το 1914 όμως, η Φιλιππίδου τον χώρισε για να παντρευτεί τον πατέρα της Μελίνας Μερκούρη, Σταμάτη Μερκούρη. Και η Μαρίκα ήταν η υπεύθυνη για την δημιουργία του τραγουδιού “Ζητάτε να σας πω”. Λίγο μετά τον χωρισμό τους που λέτε, η Μαρίκα πήγε στη «Μάντρα» συνοδευόμενη από το νέο σύζυγό της.
Οι θαμώνες αντιλαμβανόμενοι τον ερχομό της και προκειμένου να πειράξουν τον Αττίκ, του ζήτησαν φωνάζοντας ρυθμικά να πει το βαλσάκι «Είδα μάτια» (τραγούδι που είχε γράψει για την Μαρίκα). Εκείνος, αντικρίζοντας στις πρώτες θέσεις την πρώην γυναίκα του και μη μπορώντας να αντέξει την συναισθηματική φόρτιση, αποσύρθηκε στο καμαρίνι του. Δέκα λεπτά μετά, επέστρεψε στο πιάνο του και είπε το τραγούδι – απάντηση στο κοινό – «Ζητάτε να σας πω». Ακούγοντας το η Μαρίκα αποχώρησε με δάκρυα στα μάτια. Το τραγούδι όχι μόνο έγινε τεράστιο σουξέ της εποχής, αλλά άντεξε στον χρόνο, γνωρίζοντας συνεχώς επανεκτελέσεις.
Ο Αττίκ έκανε και τρίτο γάμο, με τη Ρωσίδα χορεύτρια Σούρα, με την οποία και έζησε μέχρι τον θάνατό του. Λέγεται πως το τραγούδι του «Μαραμένα τα γιούλια κι οι βιόλες», ένα από τα πιο γνωστά και αγαπημένα του συνθέτη, γράφτηκε όταν η Σούρα αρρώστησε από τύφο και κινδύνεψε σοβαρά.
Φτάνοντας το τέλος
Λίγο πριν από τον θάνατό του πρωταγωνίστησε στην ταινία “Χειροκροτήματα” του Γιώργου Τζαβέλλα που είχε κάποια σχεδόν αυτοβιογραφικά στοιχεία. Στην ταινία αυτή ο Αττίκ, κουρασμένος από τις κακουχίες της κατοχής και υπερβολικά μελοδραματικός, σε λίγα θύμιζε τη γεμάτη δυναμισμό και ευφυϊα προσωπικότητα του δημιουργού της «Μάντρας».
Τον Αύγουστο του 1944 σκόνταψε πάνω σε έναν Γερμανό στρατιώτη, ο οποίος οργίστηκε με την απροσεξία του 59χρονου, μικροκαμωμένου Αττίκ, και τον γρονθοκόπησε άγρια. Επιστρέφοντας στο σπίτι του σε κακά χάλια, μην αντέχοντας πλέον τις κακουχίες της Κατοχής και τη φρίκη των Ναζί, έχοντας ήδη πέσει σε κατάθλιψη και όντας μία σκιά του εαυτού του,πήρε μεγάλη ποσότητα από τα ηρεμιστικά βερονάλ που τον βοηθούσαν κάθε νύχτα να κοιμηθεί και «έφυγε» από τη ζωή. Ήταν 59 χρονών. Αυτοκτόνησε παίρνοντας υπερβολική δόση υπνωτικών χαπιών.
Τα πιο γνωστά τραγούδια του είναι τα: Παπαρούνα (1936), Της μιας δραχμής τα γιασεμιά (1939), Είδα μάτια (1928), Ζητάτε να σας πω (1930) , Μαραμένα τα γιούλια (1935), Άδικα πήγαν τα νιάτα μου (1936), Αν βγουν αλήθεια (1920), Τα καημένα τα νιάτα (1918), κ.α.
Την εποχή που ήταν στο Παρίσι και έσκιζε. Η αφίσα γράφει: Ακόμα μια καινούργια επιτυχία, δημιουργία του Αττίκ! C’ est un refrain d’ amour” (Το ρεφραίν του έρωτα)
NIKOS ONLINE