Ηρώδειο: Σταύρος Ξαρχάκος στη συναυλία «Ρεμπέτικο 40+1 χρόνια».
Πλήθος κόσμου απόλαυσε την ξεχωριστή συναυλία του μεγάλου καλλιτέχνη.
Την Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου το Ωδείο Ηρώδου Αττικού φιλοξένησε ξανά με τις εμβληματικές μελωδίες του θρυλικού κινηματογραφικού έργου «Ρεμπέτικο» του Σταύρου Ξαρχάκου, που γνωρίσαμε και αγαπήσαμε πριν από 41 χρόνια.Ένα σπουδαίο αυτό έργο που παραμένει σύγχρονο και επίκαιρο, 41 χρόνια.
Ηρώ Σαΐα και Ζαχαρίας Καρούνης στη σκηνή.
Φέτος ο Σταύρος Ξαρχάκος το παρουσίασε με τη «ρεμπέτικη κομπανία» του (20 μουσικούς, τραγουδιστές και ψάλτες) και μετέφερε τη συγκίνηση, τον διονυσιασμό χαρίζοντας μια μαγική βραδιά στο κοινό που τον αποθέωσε.
Διονύσης Σαββόπουλος και η πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κατερίνα Σακελλαροπούλου
Σταύρος Ξαρχάκος Νίκος Αλιάγας
Σταύρος Ξαρχάκος Σμαράγδα Καρύδη και Ηρώ Σαΐα
Η ιστορία:
Ήταν το 1983 όταν o Κώστας Φέρρης σκηνοθέτησε και παρουσίασε, σε σενάριο του ίδιου και της Σωτηρίας Λεονάρδου, την ταινία «Ρεμπέτικο», μια ταινία ορόσημο, η οποία με αφορμή την πορεία μιας τραγουδίστριας του ρεμπέτικου (υπονοείται η Μαρίκα Νίνου), κατέγραψε την Ελλάδα του μεσοπολέμου, τα ρεμπέτικα, τη ζωή των καλλιτεχνών, τη ζωή στα προσφυγικά.
Για τις ανάγκες της ταινίας ο Σταύρος Ξαρχάκος δημιούργησε νέα τραγούδια φτιαγμένα με παλιά συνταγή που έδιναν την αίσθηση ότι πρόκειται για παλιά ρεμπέτικα.
Ο δίσκος ”Ρεμπέτικο” από τότε γνώρισε πολλές επανακυκλοφορίες και τεράστια αποδοχή, πούλησε περισσότερα από 250.000 αντίτυπα και έδωσε νέα ώθηση στο ρεμπέτικο.
Τα τραγούδια «Καίγομαι», «Μάνα Μου Ελλάς», «Το Δίχτυ», «Το Πρακτορείο», «Στου Θώμα», «Στης Πίκρας Τα Ξερόνησα», «Μπουρνοβολιά», «Στην Αμφιάλη», γνώρισαν ευρύτατη αποδοχή, κηρύχτηκαν διαχρονικά και έγραψαν τη δική τους αυτόνομη ιστορία. Από τότε μέχρι σήμερα άλλωστε τα έχουμε ακούσει σε άπειρες διασκευές και εκδοχές, από καλλιτέχνες όλων των ειδών, Έλληνες και όχι μόνο.
Όπως γράφει και ο Γιώργος Νοταράς στο βιβλίο του «Το ελληνικό τραγούδι των τελευταίων 30 χρόνων»: «Το ταλέντο του Ξαρχάκου πέτυχε κάτι μοναδικό: να γεννήσει ρεμπέτικα, με βάση όλα τα κλισέ και όλους τους δρόμους του είδους. Πήρε στα χέρια του τους ειδικούς κώδικες και τα κλειδιά και τα χρησιμοποίησε με τη μεγαλύτερη δυνατή προσήλωση και αυστηρότητα. Η ποίηση του Γκάτσου έπαιξε καταλυτικό ρόλο…»