Magazino

Θωρηκτό Αβέρωφ: ένα πλοίο θρύλος του Πολεμικού Ναυτικού-χαρακτηριζόταν ως «τυχερό καράβι», και αγαπήθηκε από τους Έλληνες.

Το ένδοξο Θωρηκτό Αβέρωφ είναι πλέον ένα πλωτό μουσείο που δεσπόζει επιβλητικά στον Φάληρο όρμο.

Είναι το μοναδικό πολεμικό πλοίο που συνδέθηκε για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα με την ιστορία έθνους μας καθώς αποτέλεσε την ναυαρχίδα του Ελληνικού στόλου στους πιο σημαντικούς πολέμους και τις πιο κρίσιμες μάχες
Το Αβερωφ χαρακτηριζόταν ως «τυχερό καράβι», και αγαπήθηκε από τους Έλληνες

Το «Γεώργιος Αβέρωφ» Θ/Κ παρά το γεγονός ότι αναφέρεται ως θωρηκτό, είναι στην πραγματικότητα θωρακισμένο καταδρομικό, κλάσης ΠΙΖΑ.

Η κυβέρνηση του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη δαπάνησε 23.650.000 χρυσές δραχμές για την απόκτησή του. Τα 8.000.000 προέρχονταν από το 20% της συνολικής κληρονομιάς του Γεωργίου Αβέρωφ, που παραχώρησε με τη διαθήκη του στο Ταμείο Εθνικού Στόλου το 1899 (χρονολογία δημοσίευσης της διαθήκης), στην οποία όριζε ότι το ποσό αυτό διατίθεται για την ναυπήγηση πολεμικού πλοίου που θα φέρει το όνομά του και θα χρησιμοποιείται ως Εκπαιδευτικό πλοίο και «Σχολή Ναυτικών Δοκίμων». Το υπόλοιπο ποσό των 15.650.000 χρυσών δραχμών καλύφθηκε από το Ταμείο Εθνικού Στόλου, στο οποίο συγκεντρώθηκε το ποσό από εράνους μεταξύ όλων των Ελλήνων, όπου και αν βρίσκονταν στον κόσμο.

Πίσω στο 1897, 10 χρόνια μετά τον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο, η ανάγκη για τη δημιουργία ενός τέτοιου Θωρηκτού ήταν κάτι παραπάνω από επιτακτική για τη χώρα.

Τότε το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό διέθετε ελάχιστη δύναμη, και είχε απαρχαιωμένα πολεμικά πλοία. Στα τέλη του 1908, ο ελληνικός στόλος ενισχύθηκε με τέσσερα καινούρια αγγλικά και τέσσερα γερμανικά αντιτορπιλικά. Σε αυτά προστέθηκε και το Αβέρωφ.
Για την ενίσχυση αυτή του στόλου, η τότε κυβέρνηση Μαυρομιχάλη είχε απευθυνθεί στα Ναυπηγεία Ορλάντο στο Λιβόρνο.

Εκείνη την εποχή κατασκευαζόταν ένα θωρακισμένο καταδρομικό το οποίο είχε παραγγελθεί και επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί από το Ιταλικό Ναυτικό, όμως η παραγγελία ακυρώθηκε από τη μεριά των Ιταλών, με αποτέλεσμα η ελληνική κυβέρνηση να καταφέρει να το αποκτήσει.
Αυτό ήταν το Θωρηκτό Αβέρωφ

Αξίζει να σημειωθεί οι Τούρκοι είχαν ενδιαφερθεί και αυτοι για την αγορά του πλοίου.

Το 10.200 τόνων πλοίο είχε ιταλικές μηχανές 19.000 ίππων, 22 γαλλικούς λέβητες, γερμανικές γεννήτριες και αγγλικά πυροβόλα 190 και 234 χιλιοστών τύπου ARMSTRONG. Η μέγιστη ταχύτητα που ανέπτυσσε το πλοίο ήταν 23 κόμβοι, γεγονός που του επέτρεπε να ελίσσεται με αξιοθαύμαστο τρόπο.

Το «Γ. Αβέρωφ» καθελκύστηκε στις 12 Μαρτίου (27 Φεβρουαρίου 1910 και την 1η Σεπτεμβρίου 1911 κατέπλευσε στο Φάληρο, όπου έγινε δεκτό από τους Έλληνες με ενθουσιασμό.

Ήταν το πιο σύγχρονο πολεμικό πλοίο της εποχής του, έπλεε με ταχύτητα 24 κόμβων και είχε πλήρωμα 20 αξιωματικών και 670 ναυτών.

Α’Βαλκανικός πόλεμος

Τον Οκτώβριο του 1912, με την έναρξη του Α’ Βαλκανικού Πολέμου, το πλοίο- επικεφαλής του Στόλου του Αιγαίου, υπό τον Ναύαρχο Παύλο Κουντουριώτη, απέπλευσε προς τα Δαρδανέλια. Κατέλαβε τη Λήμνο και στον όρμο του Μούδρου, εγκαταστάθηκε το προχωρημένο αγκυροβόλιο του Στόλου. Ακολούθησε η κατάληψη του Αγίου Όρους, των νησιών του βορείου και ανατολικού Αιγαίου (Θάσος, Σαμοθράκη, Ίμβρος, Τένεδος, Αγ. Ευστράτιος, Μυτιλήνη, Χίος)

Έτσι, έφτασε η στιγμή της σύγκρουσης με τον τουρκικό στόλο. Ο Ναύαρχος Κουντουριώτης έδωσε επιθετικό χαρακτήρα στον ελληνικό σχεδιασμό και προκάλεσε τον τουρκικό στόλο να εξέλθει από τα Στενά για αναμέτρηση. Όταν ο οθωμανικός στόλος εμφανίσθηκε στην έξοδο των Στενών τις πρωινές ώρες της 3ης Δεκεμβρίου 1912, ο Κουντουριώτης απηύθυνε το περίφημο σήμα του στα ελληνικά πλοία που συνέπλεαν με το Αβέρωφ. Χαρακτηριστικά είπε: «Με την δύναμιν του Θεού και τας ευχάς του Βασιλέως μας και εν ονόματι του Δικαίου πλέω μεθ’ ορμής ακαθέκτου και με πεποίθησιν προς την νίκην εναντίον του εχθρού του Γένους».

Η έκβαση των Ναυμαχιών της Έλλης (3 Δεκεμβρίου 1912) και της Λήμνου (5 Ιανουαρίου 1913) που ακολούθησαν, διέλυσε τις προσδοκίες του Σουλτάνου για τον έλεγχο του Αιγαίου. Το Αβέρωφ ήταν ο ‘ήρωας’ των Ελλήνων.

Το Αβέρωφ στους δυο Παγκοσμίους Πολέμους

Το Αβέρωφ κατέπλευσε στην Κωνσταντινούπολη, καθώς η Ελλάδα ήταν μία από τις νικήτριες δυνάμεις του πολέμου. Η ελληνική σημαία κυμάτισε στο Βόσπορο, προκαλώντας συγκίνηση σε χιλιάδες Έλληνες της Πόλης.
Μετά την υπογραφή των συνθηκών ειρήνης το Αβέρωφ μαζί με τον υπόλοιπο στόλο μετέφερε τα ελληνικά στρατεύματα στην Ιωνία και βοήθησε με βομβαρδισμούς την προώθηση των Ελληνικών Δυνάμεων. Οι εξελίξεις των επιχειρήσεων στη Μικρά Ασία διέγραψαν γρήγορα αρνητική πορεία που κατέληξε στην αιματηρή Καταστροφή του 1922. Το Αβέρωφ βρέθηκε ξανά στα μικρασιατικά παράλια, για να βοηθήσει στη μεταφορά των στρατευμάτων και του ξεριζωμένου ελληνισμού.

Με την έναρξη του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, το Θωρηκτό τέθηκε και πάλι επικεφαλής, ως ναυαρχίδα του ελληνικού πολεμικού στόλου.

Στην διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου ήταν αγκυροβολημένο στον κόλπο της Ελευσίνας

Αρχές Απριλίου του 1941, ο γερμανικός στρατός κατεβαίνει προς την Αθήνα. Η απόφαση για την τύχη του εντυπωσιακού, αλλά πολύ παλιού πλέον πλοίου ήταν μονόδρομος.

Έπρεπε να αυτοβυθιστεί, προκειμένου να μην βρεθεί στα ‘χέρια’ του εχθρού. Νωρίς το βράδυ της Μεγάλης Πέµπτης 17ης Απριλίου 1941 ο ύπαρχος, αντιπλοίαρχος Παπαβασιλείου, ενημερώνεται ότι το Αβέρωφ θα πρέπει να αυτοβυθιστεί µε ωρολογιακές βόμβες που θα τοποθετηθούν κάτω από τις πυριτιδαποθήκες του.

Το πλήρωμα όμως, έχοντας δεθεί συναισθηματικά με το εμβληματικό πλοίο, αλλά και θεωρώντας αδιανόητο το να αναχωρήσουν τα εναπομείναντα πλοία χωρίς την ασφάλεια του Αβέρωφ, είχε άλλα σχέδια. Η διαταγή δεν εκτελέστηκε ποτέ και το πλοίο εν τέλει απέπλευσε κρυφά το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης του 1941.

Τα 300 µέλη του πληρώµατος που παρέμειναν στο πλοίο, καθώς αρκετοί αποχώρησαν, γνώριζαν ότι πάνε να κάνουν µια τρέλα. Μαζί τους και ο ιερέας του πλοίου, αρχιµανδρίτης Διονύσιος Παπανικολόπουλος, ο οποίος παρέμεινε στο πλευρό όσων ήθελαν να αποπλεύσουν ενώ μάλιστα ο ίδιος τους παρακίνησε, να βγει το πλοίο στο Σαρωνικό, ώσπου να γυρίσει ο Κυβερνήτης, ο οποίος είχε βγει στη στεριά για να μιλήσει με το Υπουργείο Ναυτικών, ώστε να ανερεθεί η διαταγή βύθισης, «ακόµη κι αν µείνουµε δέκα άνδρες», όπως είπε.

Όταν ελήφθη η απόφαση να φύγουν, οι μηχανικοί του πλοίου κατασκεύασαν έναν μεταλλικό σταυρό. Ο Παπανικολόπουλος πήρε τον σταυρό, ανέβηκε στη θέση όπου καθόταν ο Κουντουριώτης και είπε: «Τώρα έχουµε κυβερνήτη τον Χριστό, µη φοβάστε, θα νικήσουµε».

Πράγματι, σαν από θαύµα, το καράβι πέρασε το βράδυ το ναρκοπέδιο χωρίς να ακουµπήσει σε νάρκη, ενώ κατά τη διάρκεια του ταξιδίου του, με σβηστά τα φώτα, δεν το αντιλήφθηκε κανένα γερμανικό βομβαρδιστικό και εν τέλει έφτασε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου

Αργότερα, το πλοίο δραστηριοποιήθηκε στον Ινδικό Ωκεανό, με αποστολή την προστασία νηοπομπών, που κατευθύνονταν από τη Βομβάη στο Άντεν. Στο τέλος του 1942 κατέπλευσε στο Πορτ Σάιντ, όπου συμμετείχε σε αποστολές προστασίας λιμένων.
Με την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων της κατοχής στα τέλη του Σεπτεμβρίου του 1944 και μετά από απουσία σχεδόν τεσσάρων.

Με την αποχώρηση των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής στα τέλη του Σεπτεμβρίου του 1944 και ύστερα από απουσία σχεδόν τεσσάρων ετών, ο ένδοξος «Γ. Αβέρωφ» επέστρεψε στις 16 Οκτωβρίου 1944 το απόγευμα στην Ελλάδα, φέρνοντας μαζί του την τότε εξόριστη ελληνική κυβέρνηση και αγκυροβόλησε πανηγυρικά στον φαληρικό όρμο. Το 1945 ήταν το τελευταίο ταξίδι στη Ρόδο όπου συμμετείχε στις εορταστικές εκδηλώσεις ενσωματώσεως των Δωδεκανήσων με τη Μητέρα Ελλάδα. Στο χρονικό διάστημα 1947 έως 1949 το Θωρηκτό έγινε έδρα του Αρχηγείου Στόλου στο Κερατσίνι. Όμως, το πλοίο είχε ‘γεράσει’ και το 1952 διατάχθηκε ο παροπλισμός του.

Από το 1957 μέχρι το 1983, το Θωρηκτό παρέμεινε πρυμνοδετημένο στον Πόρο. Το 1984 το Πολεμικό Ναυτικό αποφάσισε να το αναγεννήσει. Μετά από περίπου τριάντα χρόνια στο περιθώριο, το Θωρηκτό ξεκίνησε τη νέα του πορεία. Την ίδια χρονιά το πλοίο ρυμουλκήθηκε από τον Πόρο στο Φάληρο, όπου άρχισαν οι εργασίες αποκατάστασής του. Το μέγεθος της δαπάνης για τη σταθεροποίηση – αποκατάσταση από το 1985 μέχρι σήμερα είναι μεγάλο και ένα μεγάλο μέρος των δαπανών προήλθε από δωρεές ιδιωτών, οι σημαντικότερες των οποίων ήταν της Κυπριακής Δημοκρατίας, της οικογένειας Λάτση και του Ιδρύματος Ωνάση.

Σήμερα το πλοίο-μουσείο «Γ. Αβέρωφ» αποτελεί ιερό μνημείο που τιμούνται όλοι οι πεσόντες του Πολεμικού Ναυτικού που υπηρέτησαν και έπεσαν για την πατρίδα.

Είναι ένα ζωντανό κειμήλιο, είναι η Ναυαρχίδα όλων των Ελλήνων που διδάσκει την ένδοξη Ελληνική Ναυτική Παράδοση, τον ηρωισμό και την αρχοντιά των Ελλήνων.

Το Πλωτό Ναυτικό Μουσείο Θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ» αποτελεί εδώ και χρόνια μια δραστήρια εκπαιδευτική κοινότητα με καθημερινές επισκέψεις σχολείων, ιδρυμάτων, οργανισμών, καθώς και πλήθους ιδιωτών.

Σχετικά άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button