ΑΠΟΨΕΙΣ

Συνοπτική Περιγραφή Διακυβέρνησης των Προέδρων Τραμπ – Μπάϊντεν

Γράφει ο Ηλίας Στεργάκος              

Στις 3 Νοεμβρίου 2020, ο Αμερικανικός λαός αποφάσισε όπως στις 20 Ιανουαρίου 2021 η διακυβέρνηση της χώρας μεταφερθεί από τον Τραμπ – ένας επιχειρηματίας  ο οποίος το 2016 έβαλε για πρώτη φορά στην ζωή του υποψηφιότητα και μάλιστα για πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών οπότε και εκλέγει- στον Μπάϊντεν, ένας επαγγελματίας πολιτικός.

Η διακυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών από τον δημοκρατικό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα από το 2009 μέχρι το 2017 είχε σαν κύριο μέλημα την μη κατάρρευση της οικονομίας που μάστιζε πολλά κράτη του κόσμου. Ταυτόχρονα όμως ενεργοποίησε και αρκετά κοινωνικά προγράμματα. Η δε εξωτερική της πολιτική είχε σαν κύριο άξονα την παγκοσμιοποίηση και των εκδημοκρατισμό των λαών του κόσμου, εφόσον ασφαλώς τα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών δεν θιγόντουσαν.

Η δε προεδρία του Ντόναλντ Τράμπ διακρίνετο  από τον εγωκεντρικό του  χαρακτήρα, τα κεφαλαιοκρατικά του πιστεύω, την λαϊκίστική του τάση, και την εθνικιστική του μεροληψία. Απτές αποδείξεις του χαρακτήρα του ήτο οι αυταρχικές αποφάσεις του και οι συχνές αλλαγές των συμβούλων του. Τα κεφαλαιοκρατικά του πιστεύω αναδείχθηκαν από την: 1)  προσπάθειά του να ανακαλέσει ολικώς  το εθνικό πρόγραμμα ιατρικής ασφάλισης που δημιουργήθηκε επί Ομπάμα, 2) απόρριψη των φυσικών ενδείξεων της κλιματικής αλλαγής και την απόσυρση των ΗΠ από την Κλιματική Συμφωνία του Παρισιού, 3) αδιεδώτηση εταιριών να ερευνήσουν αλλά και να κάνουν γεωτρήσεις για πετρέλαιο και φυσικό αέριο σε εθνικές εκτάσεις και παράκτιες περιοχές, 4) παροχή αδειών στην κατασκευή αγωγού πετρελαίου από τον Καναδά έως τον κόλπο του Μεξικού και 5) την εξάλειψη δύο ρυθμιστικών αλλαγών δια κάθε μία νέα που δημιουργείτο.  Η εθνικιστική του μεροληψία, με αποτέλεσμα μια σχετική απομόνωση της χώρας, αποκαλύπτεται από την: 1) λαϊκίστική του φράση «Αμερική Πρώτα», 2) ανέγερση τοίχου στα σύνορα με το Μεξικό, 3) απόσυρση των ΗΠ από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας καθώς και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.

Ολες τις υπεράνω πράξεις του  Τράμπ τις ανέτρεψε ο καινούργιος πρόεδρος Μπάϊντεν μέσα σε δέκα ημέρες με μια πληθώρα από εκτελεστικές διαταγές/πράξεις αλλά και με τολμηρές εξαγγελίες όπως αυτή την καθαρά-μηδέν εκπομπή του διοξειδίου του άνθρακος μέχρι το 2050. Αυτή η στροφή των εκατό ογδόντα μοιρών αντικατοπτρίζει ναι μεν την πόλωση που υφίσταται αυτές τις ημέρες στο εσωτερικό των ΗΠ αλλά ταυτόχρονα δεν ωφελεί την οικονομία και ιδιαιτέρως τις μεγάλες εταιρίες. Προτού καλά καλά κατορθώσουν οι μεγάλες εταιρίες να αλλάξουν τις επιχειρηματικές τους  διατάξεις διά να συμμορφωθούν με αυτές του Τραμπ και επί πλέον να εκπαιδεύσουν το προσωπικό τους σε αυτές, έρχονται τώρα αυτές του Μπαϊντεν και πρέπει να τις αντιστρέψουν ξοδεύοντας περισσότερα χρηματικά ποσά.  Είναι χείριστο δε για αυτές τις εταιρίες οι οποίες δαπάνησαν σημαντικά ποσά για έρευνες, γεωτρήσεις και σε άλλα έργα δια να καρπωθούν τις διατάξεις του Τραμπ και τα οποία έργα δεν τελείωσαν  ή δεν είχαν ανταποδώσει τα έξοδά τους. Συν όλων αυτών πρέπει να υπολογιστούν και οι οικονομικές  επιπτώσεις – μη εξαιρώντας ασφαλώς τα πολλά υγειονομικά προβλήματα – της μη καλής διαχειρίσεως του κορονοϊού. (Εχουν ήδη πεθάνει πάνω από 442 χιλιάδες άνθρωποι στις ΗΠ.)

Απόδειξη ότι όλα αυτά επίδρασαν και επιδρούν κάκιστα στην οικονομία των ΗΠ είναι το εθνικό χρέος σε σύγκριση με το ακαθάριστο προϊόν. Συγκεκριμένα, το εθνικό χρέος το 2016 ήτο 104% του ακαθαρίστου εθνικού προϊόντος και σήμερα έχει εκτοξευθεί στο 131% και αυτό ισοδυναμείτε με χρέος για κάθε Αμερικανό  φορολογούμενο πάνω από 222 χιλιάδες δολλάρια. Το ποσοστό αυτό έχει ξεπεράσει το προηγούμενο χειρότερο που συνέβη το 1946, αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, που ήτο 118%.

Τώρα, η εξωτερική πολιτική του Τραμπ διέπετο, κατά ένα μέρος, από την προσωπική χημεία που υπήρχε μεταξύ αυτού και του απέναντι ηγέτη. Έδινε την εντύπωση ότι τον εντυπωσίαζαν αυταρχικοί ηγέτες.  Κατά γενικούς κανόνες όμως, η εξωτερική πολιτική αυτού αντανακλούσε το επιχειρησιακό του παρελθόν. Οι δράσεις και αντιδράσεις του ήτο ευθέως ανάλογες με το οικονομικό όφελος των ΗΠ. Παραδείγματος χάριν, έβαζε, χωρίς δισταγμό, δασμούς σε προϊόντα συμμάχων και μη εάν: 1) έκρινε ότι τα προϊόντα τους είχαν κρατικές επιδοτήσεις υπεράνω αυτών που ελάμβαναν τα ανάλογα Αμερικάνικα προϊόντα και/ή 2) εάν οι δασμοί των άλλων κρατών σε Αμερικανικά προϊόντα ήτο μεγαλύτεροι αυτών που επέβαλε η Αμερική στα δικά τους. Ήρθε σε αντιπαράθεση με τον Καναδά και Μεξικό με αποτέλεσμα να αλλάξουν τις εμπορικές τους συμφωνίες τις οποίες πρωταρχικώς είχαν διαπραγματευθεί οι Μπούς και Κλίντον. (Υπογραφθήκαν  από τον Κλίντον το 1994). Αποσύρθηκε από τον Διεθνή Οργανισμό Εμπορίου διότι συμπέρανε ότι η παραμονή των ΗΠ στον οργανισμό  αυτό στοίχιζε περισσότερο από ό,τι ήτο το όφελος.  Απέσυρε στρατεύματα από την Συρία, Ιράκ και Αφγανιστάν λόγω των ανθρωπίνων και υλικών απωλειών αλλά επί προσθέτως δεν έβλεπε κανένα οικονομικό όφελος. Ας σημειωθή όμως ότι ο Τραμπ διέταξε την παραμονή στρατευμάτων στην βορειοανατολική περιοχή της Συρίας όπου βρίσκονται πετρελαιοπηγές για να μη τις καταλάβουν δυνάμεις του ISIS, των Ρώσσων ή της Συρίας. Αυτή η απόσυρση των στρατιωτικών δυνάμεων από την Συρία καθώς και να μη εμπλακεί σε συρράξεις όπου δεν έβλεπε οικονομικά οφέλη όπως στην Λιβύη και στο Ναγκόρνο Καραμπάχ έδωσαν την ευκαιρία στην Ρωσία και Τουρκία να συνεργαστούν σαν σύμμαχοι με τις ανάλογες επιρροές σε κάθε ένα από αυτά τα μέρη.

Η εξωτερική πολιτική του Μπάϊντεν θα διακρίνεται από πολυμερείς συνεργασίες και συμμετοχή σε διεθνείς οργανισμούς. Θα δείχνει μεγαλύτερη ευαισθησία στα ανθρώπινα δικαιώματα και στον εκδημοκρατισμό των λαών (αλλά μέχρι στο σημείο που δεν θα βλάπτονται τα κύρια Αμερικάνικα συμφέροντα). Αυτό ασφαλώς θα τον φέρνει μερικές φορές αντιμέτωπο με την Ρωσία, Κίνα και με άλλα αυταρχικά καθεστώτα. Αντιθέτως της πολιτικής του Τραμπ, θα συνεργαστεί με τους δυτικούς συμμάχους και τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) για συμφωνία με το Ιράν όσο αφορά το πυρηνικό πρόγραμμα εκείνης της χώρας. Αναφορικά με την εξωτερική πολιτική των ΗΠ απέναντι της Τουρκίας, στίγμα αυτής έδωσε ο νέος υπουργός των εξωτερικών, Άντονι Μπλίνκεν, ο οποίος κατά την εξέτασή του από την γερουσία είπε: «(Η Τουρκία) είναι μια σημαντική χώρα και, με τον έναν ή άλλο τρόπο, καθίσταται σημαντική σε οποιοδήποτε ζήτημα, σύγκρουση ή πρωτοβουλία.»  Το ίδιο πρόσωπο είπε το 2017 ότι οι Κούρδοι πρέπει να τροφοδοτηθούν με όπλα για να πολεμήσουν εναντίον του ISIS. Όταν όμως ερωτήθηκε εάν είχε να κάνει εκλογή μεταξύ των Κούρδων και Τουρκίας απάντησε ότι η Τουρκία είναι συνεργάτης μας και δεν έχουμε επιλογή. Ας μην απατώμεθα, η Τουρκία είναι 5,9 φορές μεγαλύτερη σε έκταση από την Ελλάδα και το καταναλωτικό της κοινό διά προϊόντα των εξαγωγικών χωρών όπως των ΗΠ είναι 7,6 φορές μεγαλύτερο αυτό της Ελλάδος.

Συνάγεται από τα υπεράνω ότι, με την εκλογή του Μπάϊντεν, η διακυβέρνηση των ΗΠ αλλάζει κατά εκατό ογδόντα μοίρες. Aυτό, καθώς και η παραπομπή του Τραμπ σε δίκη δεν είναι ασφαλώς καθόλου ευχάριστο δια τους Ρεπουμπλικάνους είτε αυτοί είναι ψηφοφόροι είτε πολιτικοί. Αρκετοί  από αυτούς θεωρούν τον πρώην πρόεδρο υπεύθυνο για την ήτα τους και μερικοί άλλοι δια τα συμβάντα στο Καπιτώλιο. Αυτός όμως έχει διαλαλήσει ότι δεν ηττήθηκε αλλά ότι η εκλογές κλάπηκαν από αυτόν και ότι δεν ευθύνεται με τα έκτροπα στην Ουάσιγκτον.  Η ερώτηση το εάν με την πάροδο των μηνών αρκετά ρεπουμπλικανικά στελέχη αρχίσουν να κοιτούν για  καινούργιο αρχηγό του κόμματό τους ωθήσει τον Τραμπ να δημιουργήσει ένα δικό του κόμμα δεν είναι παράφρων. Ο πρώην πρόεδρος είναι ικανός να πράξει αυτό. Η επιθυμία του όμως για να επανεκλεγεί στο αξίωμα του προέδρου θα αποτύχει και τούτο διότι θα χωρίσει το κόμμα των ρεπουμπλικάνων στα δύο και επί πλέον η ηλικία του θα είναι εναντίον του.

Σχετικά άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Back to top button