Περίπτερο η ιστορία του μας γεμίζει αναμνήσεις

Βρίσκονται παντού γύρω μας, αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της κοινωνίας μας και μας παρέχουν όλα όσα χρειαζόμαστε συνήθως σε 24ωρη βάση.
Η ιστορία του περιπτέρου κουβαλά σπουδαίες αναμνήσεις.Ήταν το 1889 όταν ξεκίνησε η χορήγηση αδειών σε τραυματίες πολέμου και έτσι με τον καιρό ο αριθμός των περιπτέρων μεγάλωσε κατά πολύ.
Πιο συγκεκριμένα, τα πρώτα περίπτερα εμφανίστηκαν, μετά την ήττα της Ελλάδας στον πόλεμο του 1897 με την Τουρκία, σε αστικά κέντρα της περιφέρειας.
Στην Αθήνα το πρώτο περίπτερο έκανε την εμφάνισή του στην οδό Πανεπιστημίου το φθινόπωρο του 1911.Ένα μικρό πρόχειρα κατασκευασμένο ξύλινο κουβούκλιο με ελάχιστα προϊόντα, προσπαθούσε να καλύψει τις ελάχιστες οικονομικές ανάγκες της εποχής και να δώσει μια ανάσα σε ανθρώπους που είχαν δώσει σημαντικό κομμάτι της ζωής τους για την Ελλάδα.
Στις αρχές του 20ου αιώνα τα πρώτα περίπτερα έκαναν την εμφάνισή τους ως ελάχιστη μορφή οικονομικής βοήθειας προς τους τραυματίες και τους. ανάπηρους συνεχιζόμενων πολέμων στους οποίους συμμετείχε, η Ελλάδα.
Από το 1940 άρχισαν να πωλούν «ζαχαρώδη» και αναψυκτικά – πορτοκαλάδες και γκαζόζες ΗΒΗ, φυλλαράκια τσίχλας με γεύση δυόσμου και κανέλας και αργότερα οι σοκολάτες. Σιγά σιγά απέκτησαν αποκλειστικό δικαίωμα πώλησης καπνοβιομηχανικών προϊόντων, κάτι που λειτούργησε στην αρχή ως φοροεισπρακτικός μηχανισμός για να εξασφαλίζει το κράτος έσοδα από την πώληση του καπνού. Πριν από την εμφάνισή τους, χύμα τσιγάρα και καπνό πωλούσαν πλανόδιοι που δεν μπορούσαν να ελεγχθούν αποτελεσματικά.
Έτσι, με αυτό τον τρόπο δόθηκε η δυνατότητα στις εγχώριες εταιρίες παραγωγής αναψυκτικών (ΗΒΗ) να διαθέσουν στα περίπτερα της εποχής τα προϊόντα τους. Μάλιστα είναι σημαντικό να τονίσουμε πως τα πρώτα ψυγεία με πάγο χρησιμοποιήθηκαν και ως αποθηκευτικοί χώροι για τα τσιγάρα, λόγω κυρίως της υψηλής θερμοκρασίας τους.
Οι παλιότεροι θα θυμούνται τις λεμονάδες και τις γκαζόζες της ΗΒΗ, που έδωσαν μια άλλη νότα δροσιάς και ξεκούρασης στους διψασμένους Αθηναίους.
Τα πρώτα ζαχαρώδη προϊόντα προέρχονταν κατά κύριο λόγο από την εταιρεία ΙΟΝ. Οι τσίχλες της εταιρείας δημιούργησαν μια νέα αγοραστική ομάδα για το σημείο του περιπτέρου και νέες καταναλωτικές συνήθειες για τα δεδομένα της εποχής.
Τα επόμενα χρόνια το περίπτερο άρχισε να αποκτά σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης να διευρύνει την γκάμα των προϊόντων του, και τις διαστάσεις για τον χώρο που καταλαμβάνει με σημαντικές όμως αποκλίσεις από περιοχή σε περιοχή της χώρας.
1922 -Όλα τα περίπτερα της χώρας παραχωρούνται στην «Πανελλήνιον Ένωσιν Τραυματιών Πολέμου 1912-1921» από το υπουργείο Περιθάλψεως. Τα περίπτερα δεν μπορούν να πωληθούν, να μεταβιβαστούν, να υποθηκευτούν η να υπομισθωθούν.
1940 -Ξεκίνησε η πώληση «ζαχαρωδών» και αναψυκτικών.
1950 -Αυτήν τη δεκαετία εγκαθίστανται τηλέφωνα στα περίπτερα.
1970 -Έως τη δεκαετία αυτή οι διαστάσεις είχαν μεγαλώσει (1,30×1,50 μ.), ενώ είχαν εγκατασταθεί ρολά και ψυγεία.
1980 -Αρχίζει να παραχωρείται κοινόχρηστος χώρος στα περίπτερα από την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
2012 -Το υπουργείο Άμυνας αποφάσισε την απελευθέρωση των αδειών, εκχωρώντας το 70% των περιπτέρων στους δήμους και το 30% σε άτομα με ειδικές ανάγκες και πολύτεκνους με βάση εισοδηματικά κριτήρια.
2014 -Καταργήθηκαν πρακτικά οι περιορισμοί με βάση πληθυσμιακά κριτήρια.
Kiosky’s
Το δίκτυο των σύγχρονων περιπτέρων περιλαμβάνει 275 «κιόσκια» στην Αττική.
Ο τζίρος των περιπτέρων σε όλη την Ελλάδα υπολογίζεται σε 5 δισ. ευρώ. Το κέρδος που μένει στους ιδιοκτήτες είναι της τάξεως του 9-10%.